Κεβόρκ Κεσισιάν: Ο θρύλος των τουριστικών οδηγών της Κύπρου

Ο Κεβόρκ Κεσισιάν ήταν ένας ωραίος άνθρωπος, καλός ομιλητής με αίσθηση του χιούμορ. Είχε οξεία κρίση και το χάρισμα να κάνει προεκτάσεις στα θέματα που συζητούσε, γιατί είχε πλούσιες γνώσεις. Ντόμπρος από τη φύση του, είχε άποψη που την εξέφραζε όμως νηφάλια και με μετριοπάθεια. Το πάθος του για την Κύπρο ήταν ξεχωριστό.

Δεν μπορούσε κανείς, να μαντέψει εύκολα από τη σεμνή συμπεριφορά και την απλότητά του, ότι αυτός ο συμπαθέστατος  άνθρωπος είχε τόσες πολλές γνώσεις και τόσες μεγάλες εμπειρίες της ζωής. Πολύγλωσσος, μελετητής, ερευνητής, συγγραφέας και εκδότης ήταν ένας σύγχρονος του καιρού του στοχαστής, που του άρεσε να οργώνει την Κύπρο από άκρο σε άκρο, να μαθαίνει, να αποκτά εμπειρίες και να καταγράφει τόπους, μέρη και ανθρώπους, πότε με τις ωραίες φωτογραφίες του και πότε με τα περιεκτικά κείμενά του.Ακούραστος οδοιπόρος της ζωής, εργατικός με δημιουργική πνοή συνδύαζε θαυμάσια το τερπνόν μετά του ωφελίμου, παράγοντας συνέχεια μοναδικό έργο στον τουριστικό τομέα για την εποχή. Δούλεψε αδιάκοπα για τρεις δεκαετίες ως δημοσιογράφος και συνεργάτης σε περιοδικά και εφημερίδες, καταγράφοντας μοναδική δουλειά, που σήμερα αποτελεί σημείο αναφοράς για το τότε.

Ο Κεβόρκ παντρεύτηκε την Josephine  και απέκτησαν δυο παιδιά τον Jirayr  Keshishian (1940 – 1992). Ιδιοκτήτη των εκδόσεων & Βιβλιοπωλείου “Moufflon bookshop & publications” και την Ruth Keshishian, που ασχολείτο μέχρι πρόσφατα με τις εκδόσεις και πωλήσεις του βιβλιοπωλείου.Ένα ταραχώδες ξεκίνημα

Το ξεκίνημα της ζωής του ήταν απίστευτα περιπετειώδες. Η τύχη του επιφύλαξε ένα σκληρό και άσχημο παιχνίδι. Από την τρυφερή παιδική του ηλικία, η μοίρα άρχισε να τον κτυπά με τραγικές συμφορές γεμάτες πόνο και δάκρυ, αντί για χάδι και παιχνίδι.  Γεννήθηκε μια βροχερή μέρα του Δεκέμβρη του 1909 στην κοσμοπολίτικη πόλη των Αδάνων, της Οθωμανικής τότε αυτοκρατορίας από εύπορη οικογένεια εμπόρων. Τίποτα δεν προδιέθετε, για το τι θα επακολουθούσε με την οικογένεια και τη ζωή και το μέλλον του.

Το πατρογονικό του σπίτι βρισκόταν στην Αρμενική πόλη Sis (πρώην πρωτεύουσα του βασιλείου της Κιλικίας – ένας πυρήνας  πολιτισμού της Αρμενίας) της οποίας οι Τούρκοι άλλαξαν το όνομα σε Kozan. Οι Αρμένιοι συνέχισαν να ζουν εκεί μέχρι το 1923. Στην προσπάθεια παραχάραξης της ιστορίας, οι Τούρκοι έχουν εξαφανίσει κάθε τι που θα θύμιζε τους κτήτορες των ιερών και τους αληθινούς ιδιοκτήτες της πόλης. Σήμερα, μόνο τα αρχαία χρονικά και οι θολές αρμενικές επιγραφές πάνω σε διατηρημένα ερείπια ναών και φρουρίων μαρτυρούν την προηγούμενη αρμενική παρουσία στην Κιλικία.

Τα μεγάλα βάσανα του Κεβόρκ άρχισαν από πολύ νωρίς να ορίζουν τη μοίρα του σαν αρχαία τραγωδία. Η μητέρα του πέθανε στη γέννα του δεύτερου της παιδιού, του μικρότερου αδελφού του. Έτσι, από πολύ ενωρίς, σε μια τρυφερή ηλικία έμεινε ορφανός από μητέρα. Δεν του έφτανε όμως αυτό, έχασε και τον αδελφό του σε λίγα χρόνια. Το 1915 στα Άδανα, Τούρκοι στρατιώτες εισέβαλαν ξαφνικά στο σχολείο του αδελφού του, ψάχνοντας Αρμένιους αντιφρονούντες. Σκότωσαν μερικούς μαθητές, -μεταξύ αυτών και τον αδελφό του- όταν τα αθώα πιτσιρίκια φοβήθηκαν και προσπάθησαν να διαφύγουν από τον στρατό.

Το βάρβαρο και καλά οργανωμένο έγκλημα της γενοκτονίας των Αρμενίων, που ξεκίνησε στις 24 Απριλίου 1915 στην Κωνσταντινούπολη, ξαπλώθηκε σαν λαίλαπα, αστραπιαία σε όλη τη Μικρά Ασία έως τα ανατολικά σύνορα, προκαλώντας βιβλικές καταστροφές, βίαιους σκοτωμούς, απάνθρωπους ξεριζωμούς και αμέτρητους κατατρεγμένους πρόσφυγες.

Η αναγκαστική διαφυγή των κατοίκων από την πυρπολημένη και λεηλατημένη πόλη, αναζητώντας ασφαλές καταφύγιο ήταν αναπόφευκτη. Για να γλυτώσουν από τις θηριωδίες και τη μανία των Τούρκων, χιλιάδες ξεριζωμένοι από τις πατρογονικές τους εστίες σχημάτισαν τεράστιες ανθρώπινες ουρές, εγκαταλείποντας τα πάντα πίσω τους. Τα «καραβάνια» φυγής που ξεκίνησαν αναγκαστικά το καταραμένο 1915 ήταν ένα ταξίδι χωρίς επιστροφή. Άνδρες, γυναίκες και παιδιά ξεκίνησαν με λιγοστά υπάρχοντα στον ώμο, ζώα και κάρα τσουβαλιασμένα με παιδιά, ανήμπορους γέροντες και ασθενείς, σ’ ένα μακρύ και επικίνδυνο οδοιπορικό προς το άγνωστο. Ήταν όμως θέμα ζωής και θανάτου η φυγή από την κόλαση των σφαγών.

Ο Κέβορκ  ήταν δεν ήταν ακόμη έξι χρόνων, όταν μια παγερή νύχτα μαζί με τον πατέρα του Κρικόρ αναγκάστηκαν να φύγουν μεσάνυκτα, κρυφά και πεζοί από την κόλαση των Αδάνων μαζί με χιλιάδες άλλους κατατρεγμένους. Δεν υπήρχε άλλος τρόπος διαφυγής από την εφιαλτική κατάσταση που δημιούργησαν οι Οθωμανοί Τούρκοι σκορπώντας τον θάνατο και τον τρόμο στους “αλλόθρησκους”. Ενώθηκαν με το τεράστιο ανθρώπινο κομβόι, που ακολούθησε την ασφαλή πορεία κατά μήκος του ποταμού Ευφράτη προς το Ντερ Ζορ, το τελευταίο σημείο στις ερήμους της Συρίας, για να καταλήξουν όλοι μαζί πρόσφυγες στην ξένη χώρα.Δεκάδες χιλιάδες οικογένειες Αρμενίων ξεριζωμένοι από τα σπίτια τους βαδίζουν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης προσφύγων μέσα στην έρημο της Συρίας. (φωτό από το Αρμενικό Εθνικό Ινστιτούτο)

Η περιπετειώδης πορεία συνεχίστηκε ασταμάτητα για τρία συνεχόμενα μερόνυχτα με ελάχιστους, αναγκαστικούς σταθμούς. Οι προμήθειες από φαγητό και νερό, όσα  μπόρεσαν να πάρουν μαζί τους, τέλειωσαν γρήγορα. Αφού διένυσαν με τα πόδια, μια τεράστια απόσταση -πάνω από 500 χιλιόμετρα-, έφθασαν στην πόλη Ράκα της Συρίας εξαντλημένοι και απελπισμένοι από το μεγάλο κακό που τους βρήκε. Δεν έφταναν όμως μόνο αυτά. Εκεί, που ένιωσαν λίγο ασφαλείς από το τρομερά δύσκολο οδοιπορικό και τα παιδιά, αμέριμνα και ανυποψίαστα, άρχισαν να παίζουν μεταξύ τους, ο πατέρας του Κρικόρ βρήκε τραγικό τέλος. Πυροβολήθηκε και σκοτώθηκε αναίτια από έφιππους Τούρκους ζαπτιέδες, που συνόδευαν και παρακολουθούσαν το ανθρώπινο κομβόι, τρομοκρατώντας τους, για να συνεχίσουν τη φυγή -όσο πιο μακριά γινότανε- από την Τουρκία!

Ξαφνικά τότε, ο μικρούλης Κεβόρκ βιώνει το συγκλονιστικό δράμα της απώλειας όλης της οικογένειάς του. Ολομόναχος πια, με ασυγκράτητο πόνο ψυχής, το πεντάρφανο και απροστάτευτο προσφυγόπουλο, αφημένο στο έλεος του Θεού, βρέθηκε μόνο και έρημο σε μια ξένη χώρα μεταξύ αγνώστων.

Θεία πρόνοια και τύχη αγαθή, μια καλοσυνάτη γυναίκα που βρέθηκε στο διάβα του, ανέλαβε χωρίς δεύτερη σκέψη την προστασία και τη φροντίδα του ανήλικου Κεβόρκ. Κρατώντας τον σφιχτά από το χέρι, συνέχισαν το οδυνηρό οδοιπορικό, περπατώντας με τους άλλους ατέλειωτα χιλιόμετρα μέχρι την άκρη του Ευφράτη ποταμού. Αφού τον έδεσε σε ένα φουσκωμένο ασκί προβάτου, όπως ήταν η παράδοση από τα αρχαία χρόνια, διέσχισαν τα βαθιά νερά σε μια νύχτα μουντή χωρίς φεγγάρι στον ουρανό.

Ύστερα από μια απίστευτα περιπετειώδη πορεία γεμάτη τρομερές δυσκολίες και αναπάντεχους κινδύνους, εξαντλημένοι από την πεζοπορία, νηστικοί και διψασμένοι, τράβηξαν με πείσμα για επιβίωση στο δρόμο προς το Χαλέπι. Αφού διένυσαν άλλα 200 συγκλονιστικά χιλιόμετρα με τα πόδια, έφθασαν το τρίτο βράδυ στο Χαλέπι, εντελώς εξαντλημένοι.  Εκεί υπήρχε κλιμάκιο του Ερυθρού Σταυρού με εθελοντές από διάφορες χώρες, που τους πρόσφεραν στοιχειώδη ανθρωπιστική βοήθεια και στήριξη. Αναλογιζόμενοι την κόλαση που άφησαν πίσω τους, ο τόπος τώρα φάνταζε όπως τη γη της επαγγελίας. Τον μικρό Κεβόρκ αφού τον κατέγραψαν μαζί με άλλα παιδιά, τον παρέδωσαν σε ένα πρόχειρο ορφανοτροφείο, που είχε συσταθεί για ασυνόδευτα παιδιά.

Το μαραθώνιο αυτό οδυνηρό, αλλά σωτήριο οδοιπορικό χάραξε για πάντα τη ζωή του Κεβόρκ. Είναι ίσως, σ’ αυτή τη μεγάλη, πικρή εμπειρία ζωής, που μπορεί να εντοπίσει κανείς το μεγάλο πάθος του για την πεζοπορία σε όλη τη μετέπειτα ζωή του, αλλά και την ανυπέρβλητη ψυχική δύναμη που τον διέκρινε.Στην παραλία των Φοινικούδων στη Λάρνακα, δίπλα στη μαρίνα, στο σημείο εκεί όπου πάτησαν για πρώτη φορά το πόδι τους χιλιάδες  ξεριζωμένοι Αρμένιοι πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία,  βρίσκεται σήμερα το μνημείο Γενοκτονίας των Αρμενίων, να θυμίζει τα εγκλήματα της γενοκτονίας και του ξεριζωμού. Κάπου εκεί κοντά είχε αράξει και το πλοίο από τη Συρία το 1920, φορτωμένο ξεριζωμένους Αρμένιους πρόσφυγες, που έφερε μαζί του από τη Συρία και τον μικρό Κεβόρκ Κεσισιάν.

Ήταν έντεκα μόλις χρόνων, όταν πάτησε το πόδι του στην Κύπρο για πρώτη φορά. Από τότε, η φιλόξενη Κύπρος έγινε η γη της επαγγελίας του, ο τόπος του, η δεύτερη του πατρίδα, που αγάπησε πάρα πολύ. Η μικρή Αρμενική κοινότητα που υπήρχε στην πόλη, άνοιξε διάπλατα τις αγκάλες της και τον υποδέχτηκε μαζί με πολλούς άλλους πρόσφυγες. Η πόλη της Λάρνακας φιλοξένησε τις πρώτες χιλιάδες επιζώντων της πρώτης γενοκτονίας των Οθωμανών και στη μνήμη των θυμάτων χτίστηκε η εκκλησία του Αγίου Στεφάνου.

Ο Κεβόρκ όπως και άλλα παιδιά έπρεπε να συνεχίσει το σχολείο, που άφησε πίσω του. Στην αρχή, πήγαινε στο αρμενικό σχολείο που στήθηκε πρόχειρα στο προαύλιο της εκκλησίας του Αγίου Λαζάρου, που ευγενώς είχε παραχωρήσει ο Μητροπολίτης Λάρνακας. Μετά από ένα χρόνο περίπου, η Αμερικανική Ακαδημία στη Λάρνακα είχε δημιουργήσει αρμενικό σχολείο και ο Κεβόρκ έγινε δεκτός στη σχολή. Ο τότε διευθυντής της Ακαδημίας Δρ Weir του πρόσφερε στέγη με αντάλλαγμα τη βοήθεια του για μικροθελήματα και μικροδουλειές στη σχολή. Ο Κεβόρκ αποδέχτηκε την προσφορά με ευγνωμοσύνη.

Τα απλά και ήρεμα αυτά σχολικά χρόνια ήταν η πρώτη ευτυχισμένη περίοδος της ζωής του, όπως συχνά τα αναπολούσε, γιατί ένιωθε ασφαλής και ευτυχισμένος. Ευαίσθητος, κοινωνικός με πολλά ενδιαφέροντα, συμμετείχε ενεργά σε αθλητικές δραστηριότητες, όπως ήταν το ποδόσφαιρο, το χόκεϊ και το τένις. Παράλληλα, ενδιαφερόταν για τα κοινά συμμετέχοντας σε συζητήσεις για τα προβλήματα της πόλης και της κοινωνίας. Το ταλέντο του στο γράψιμο το ανακάλυψε όταν συνεισέφερε στο σχολικό περιοδικό με άρθρα και κείμενά του.

Πώς όμως ξεκίνησε το ενδιαφέρον του Κεβόρκ για τα ταξίδια; Τι ήταν αυτό που του κέντρισε την προσοχή για τον τουρισμό; Έφηβος μαθητής ακόμη έζησε μια νέα -αυτή τη φορά ευχάριστη- εμπειρία, που του χάραξε νέους δρόμους και του άνοιξε νέες προοπτικές. Στο αίτημα της εταιρίας «Mantovani Shippers of Larnaca», που αναζητούσε συνοδούς για μικρές ομάδες ταξιδιωτών, που κατέφθαναν με κρουαζιερόπλοια στο λιμάνι της Λάρνακας, ο Κεβόρκ χωρίς καλά, καλά να γνωρίζει τι ακριβώς θα έκανε, ανταποκρίθηκε θετικά.Μαθητάκος ακόμη, περιδιαβάζοντας ως οδηγός επιλεγμένα αξιοθέατα, συνομιλώντας μαζί με ξένους τουρίστες και οδηγώντας τους από το ένα ενδιαφέρον σημείο της πόλης στο άλλο, δεν ήταν μόνο μια ωραία απόδραση από το σχολείο. Ήταν ταυτόχρονα μια μοναδική ευκαιρία, που του χάριζε, εκτός από το χαρτζιλίκι, γνώση, εμπειρία και αυτοπεποίθηση, ανοίγοντας του νέες ευκαιρίες στη ζωή. Η ξεχωριστή αυτή ενασχόληση ήταν και το “φροντιστήριο” για να μάθει για τον τουρισμό και τον κόσμο των ταξιδιών.

Αφού, ως τακτικός και μόνιμος πλέον εθελοντής συνοδός απέδειξε ότι έχει ικανότητες, η εταιρεία, του εμπιστεύτηκε και εκτός πόλεως συνοδείες επισκεπτών/τουριστών. Έτσι, άρχισε να συνοδεύει ξένους ταξιδιώτες και εκτός της πόλης, όπως ήταν τότε το δρομολόγιο -Αμμόχωστος/Βαρώσια & Σαλαμίνα – ή στη Λευκωσία.

Η εθελοντική αυτή εργασία, (προάγγελος του tour guide, ξεναγός) στα τέλη της δεκαετίας του 1920, του έδωσε την εξαιρετική ευκαιρία να γνωρίσει καλά και να εξοικειωθεί με σημαντικά μέρη και τοποθεσίες, που είχαν τουριστικό ενδιαφέρον για τους επισκέπτες. Παράλληλα, μέσα από τις συζητήσεις μαζί τους, τις ερωτήσεις και τις απορίες τους, διάβαζε και μάθαινε τις απαραίτητες απαντήσεις, ώστε στα χρόνια που ακολούθησαν, να διαμορφώσουν το όλο σκεπτικό για τη συγγραφή τελικά των πρώτων ταξιδιωτικών του οδηγών.Μετά το σχολείο άρχισε στον ελεύθερο του χρόνο να διασχίζει το νησί με το ποδήλατο. Λάτρης του ποδηλάτου, έμεινε πιστός στη χρήση του σ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του. Οι ποδηλατικές του εξορμήσεις τον πήραν μέχρι την επαρχία Πάφου και στην Καρπασία και πίσω στη Λάρνακα που διέμενε. Κοιμόταν σε μοναστήρια και ξερές κοίτες ποταμών. Τρεις καλοί του φίλοι ξεκίνησαν μαζί του την περιπέτεια αυτή, αλλά δεν άντεξαν και τον εγκατάλειψαν σύντομα, πριν φτάσουν στη Λεμεσό.Η σχολική φωτογραφία του 1928 με τον διευθυντή Δρ Weir καθήμενο και τον Κεβόρκ Κεσισιάν στην τελευταία σειρά όρθιο χωρίς γραβάτα. (Δεν συμπαθούσε τις γραβάτες και τις απέφευγε από τότε). 

Αφού αποφοίτησε από την Αμερικανική Ακαδημία Λάρνακας το 1928 και μη έχοντας πόρους, για να συνεχίσει περαιτέρω την εκπαίδευσή του, υπέβαλε αίτηση στην εταιρεία “Eastern Telegraph Office” με έδρα τη Λάρνακα. Αφού πέρασε με επιτυχία τη γραπτή εξέταση, που ήταν ένα σύντομο δοκίμιο στα Αγγλικά για την ιστορία του νησιού, προσελήφθηκε το 1928. Στη συνέχεια, η εταιρεία μετονομάστηκε σε “Cable & Wireless” και μεταφέρθηκε στο υποκατάστημα Λευκωσίας. Εργάστηκε στο Τηλεγραφείο και υπηρέτησε ως τηλεγραφητής σε διάφορα μέρη της Κύπρου.Υπήρξε επίσης αθλητής και δραστήριο μέλος του παλαιού Πεζοπορικού Ομίλου Λάρνακας (ΠΟΛ). Κατά τη δεκαετία του 1930 εργάστηκε και ως ξεναγός και υπήρξε ένας από τους πρώτους που άσκησαν το επάγγελμα αυτό στην Κύπρο.Ήταν τότε που άρχισε να γράφει κείμενα και άρθρα, που αφορούσαν την ιστορία και τα γεγονότα του νησιού στο περιοδικό “Zodiac”. Για τρεις δεκαετίες -μέχρι το 1960- υπήρξε τακτικός συνεργάτης και αυτά που έγραψε, παραμένουν ακόμη κείμενα αναφοράς, “κομμάτια εποχής”. Το αεροδρόμιο Λευκωσίας άνοιξε για τους πολίτες για πρώτη φορά, μετά το τέλος του πολέμου, επιτρέποντας την άφιξη μεγαλύτερου αριθμού ταξιδιωτών, πέραν από αυτούς που ερχόντουσαν με τα κρουαζιερόπλοια. Στην αρχή της Κυπριακής Δημοκρατίας το 1960 και μετά, το Εμπορικό Επιμελητήριο του ζήτησε να συγκεντρώσει διάφορες πληροφορίες για το εμπόριο και τα προϊόντα του νησιού σε έναν ετήσιο κατάλογο, τον οποίο επιμελείτο για μια δεκαετία.Ο Κεβόρκ Κεσισιάν (δεξιά) συνομιλεί με ξένους τουριστικούς πράκτορες που επισκέφθηκαν την Κύπρο τη δεκαετία του ’80.

Από τις αρχές της δεκαετίας του ΄70, ο τουρισμός άρχισε να αλλάζει μορφή. Οι ενημερωμένοι ταξιδιώτες από πολύ μακριά, αντικαταστάθηκαν από τον «μαζικό τουρισμό». Αυτό του προκαλούσε θλίψη, γιατί μειώθηκε το ενδιαφέρον για την ιστορία και τον πολιτισμό του νησιού. Ήταν τότε που αυξήθηκε περισσότερο το ενδιαφέρον για τις ανέμελες διακοπές στη θάλασσα, στην άμμο και στον ήλιο, παρόλο που είχαν γίνει μεγάλες προσπάθειες από το 1960, για να αποτραπεί το νησί να γίνει μια άλλη «Κόστα Μπράβα» (παράκτια περιοχή της Καταλονίας στην Ισπανία), διατηρώντας τις παράκτιες περιοχές απαλλαγμένες από την ανάπτυξη. Οι προτάσεις όμως δεν ψηφίστηκαν σε νόμο και αγνοήθηκαν συστηματικά.Παρόλο που είχε φωτογραφική μηχανή και έβγαζε φωτογραφίες κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του τόσο στο νησί όσο και στο εξωτερικό, η προσέγγισή του για τις δημοσιεύσεις του ήταν να συμπεριλάβει έργα όλων των ντόπιων φωτογράφων της περιόδου μαζί με φωτογραφίες από τα κρατικά αρχεία, τοπικά και ξένα μουσεία, υπουργεία και μεμονωμένους αρχαιολόγους που κατείχαν κυπριακά τεχνουργήματα.

Η ιδέα για τον ταξιδιωτικό «Οδηγό» ξεκίνησε το 1944 από ένα άρθρο με τίτλο: «Πού είναι οι ταξιδιωτικοί οδηγοί στην Κύπρο;» που γράφτηκε στην τοπική αγγλική εφημερίδα “The Cyprus Post”. Σε απάντηση στο ερώτημα, η πρώτη έκδοση ήταν έτοιμη για εκτύπωση στις 25 Μαΐου 1945, αλλά λόγω των πολεμικών περιορισμών, κυκλοφόρησε μόλις τον Μάρτιο του 1946. Ο Ταξιδιωτικός Οδηγός είχε ζήτηση από ένα συνεχώς αυξανόμενο αναγνωστικό κοινό και συνεχίστηκε έτσι -ούτε λίγο, ούτε πολύ- σε 17 εκδόσεις μέχρι το 1997! Μια πρωτιά και μια μεγάλη επιτυχία που έμεινε στην ιστορία του κυπριακού τουρισμού.Οι εργασίες σχεδιασμού & εκτύπωσης του Οδηγού πραγματοποιήθηκαν στο Ηνωμένο Βασίλειο από την εταιρεία “Mark & Moody Press”, Stourbridge, U.K. Ίσως όμως, να διερωτηθείτε το γιατί εκεί; Επειδή ο Κεβόρκ Κεσισιάν εργαζόταν στην εταιρεία “Cable  & Wireless”, όπου έγραφε άρθρα για τις πολιτιστικές & άλλες εκδηλώσεις της Κύπρου, στο περιοδικό “ZODIAC”. Καθώς το περιοδικό τυπωνόταν στο Stourbridge, ο Κεβόρκ θεώρησε ότι ήταν καλύτερο να συνεργαστεί μαζί τους στην εκτύπωση του Οδηγού. Η στενή συνεργασία του με τον κ. Mark είχε ως αποτέλεσμα την κατάληξη της μορφής, της επιλογής των γραμματοσειρών και του χαρτιού.

Τα τυπωμένα αντίγραφα στάλθηκαν στο λιμάνι της Αμμοχώστου και διανεμήθηκαν σε όλο το νησί από την εταιρεία “Poulias & Koniaris News Agents”. Μετά τη γέννηση της Δημοκρατίας το 1960 και μετά, η εκτύπωση γινόταν τοπικά στα τυπογραφεία “PRINTCO”. Αυτό περιλάμβανε τη γαλλική, γερμανική και ελληνική έκδοση, καθώς και τον οδηγό Λευκωσίας και Αμμοχώστου.Οι παλιοί γραμμικοί χάρτες που βρίσκονται στους τουριστικούς οδηγούς, φαίνεται να προσελκύουν την περισσότερη προσοχή αυτή τη στιγμή. Ο John Sabry 1914-2006 ζωγράφος και φωτογράφος, ήταν ο πρώτος που συνεργάστηκε με τον συγγραφέα Κεβόρκ Κεσισιάν και έβαλε το στυλ του για τις μελλοντικές εκδόσεις. Μέχρι τη 15η έκδοση, υπήρχαν συνολικά 17 αναδιπλωμένοι χάρτες.

Μπορείτε κάλλιστα να φανταστείτε τους οδηγούς να περιθωριοποιούνται με τον ερχομό του διαδικτύου και περισσότερο με τα έξυπνα τηλέφωνα. Παρόλα αυτά υπάρχει ακόμη ζήτηση για τους παλιούς ταξιδιωτικούς οδηγούς, για άλλους όμως λόγους. Άτομα π.χ. που γοητεύονται από παλιές διαφημίσεις ή επιθυμούν να μελετήσουν τους χάρτες όπου τα ονόματα των δρόμων έχουν αλλάξει ή διαμορφωθεί. Παλιές επίσης φωτογραφίες και πολλά άλλα. Όλοι οι κυπριακοί οδηγοί που έχουν εκτυπωθεί, εξακολουθούν να τυπώνονται σε πολλές άλλες γλώσσες.Εξέδωσε το γνωστό τουριστικό οδηγό “Ρομαντική Κύπρος” που κυκλοφορούσε σε τέσσερις γλώσσες (αγγλική γλώσσα, γαλλική, γερμανική και ελληνική). Ο Κεβόρκ Κεσισιάν όμως, δεν σταμάτησε μόνο στους τουριστικούς οδηγούς. Πρόχώρησε και εξέδωσε επίσης τα ακόλουθα βιβλία:

  1. Λευκωσία: η πρωτεύουσα της Κύπρου άλλοτε και τώρα : μια αρχαία πόλη με πλούσια ιστορία, με φωτογραφίες και χάρτες / Κεβόρκ Κ. Κεσισιάν, μετάφραση του Κύπρου Π. Ψυλλίδη.
  2. Αμμόχωστος, πόλη και επαρχία, από τα παλιά χρόνια μέχρι το 1974.
  3. Εμπορικός και Βιομηχανικός Οδηγός (ΚΕΒΕ).

Άφησε ανολοκλήρωτο το βιβλίο του για την ιστορία της Αρμενικής κοινότητας της Κύπρου.Η 3η έκδοση, χωρίς ημερομηνία έκδοσης, πιθανότατα μεταγενέστερα του 1940, καθώς υπάρχουν ενδείξεις στο βιβλίο υλικού των ετών 1946 και 1947, αναθεωρημένο και μεγεθυσμένο, με εικονογραφήσεις και χάρτες στις 192 σελίδες του, με μαλακό εξώφυλλο σε πολύ καλό σχήμα, με όλους τους χάρτες διπλωμένους στο εσωτερικό. Προφανώς, αυτοδημοσίευση από τον Kevork Keshishian. Τιμή 4/6π. (6 πέννες, μισό σελίνι) στο μπροστινό κάλυμμα. Ασπρόμαυρες εικονογραφήσεις. “Καλοκαιρινά θέρετρα * Παραδόσεις * Έθιμα * Πεποιθήσεις * Σοφία της αγροτιάς * Χάρτες και εικονογραφήσεις”.Ο κ. Κεσισιάν ήταν ένα αγόρι έντεκα ετών όταν έφτασε στην Κύπρο ως πρόσφυγας στο τέλος του πρώτου Μεγάλου Πολέμου. Χάρη στη μόρφωση που πήρε από την Αμερικανική Ακαδημία στην Κύπρο, και την κλίση που τον διέκρινε στις ξένες γλώσσες, προσελήφθηκε ως πρωτοδιοριζόμενος στο προσωπικό των της εταιρίας “Cable and Wireless Ltd”.

Έκτοτε, έχει κάνει χόμπι του, το να βοηθά τους τουρίστες, που ήθελαν να έχουν έναν συνοδό ή οδηγό όταν ταξιδεύουν στην Κύπρο. Έγραψε αυτόν τον οδηγό επειδή, σύμφωνα με τον ίδιο, «Έχω δείξει σε τόσους πολλούς επισκέπτες τα σημεία ενδιαφέροντος του νησιού, ώστε να ξέρω ακριβώς τις ερωτήσεις που κάνουν, τι είναι πιθανό να θέλουν και τι τους ενδιαφέρει».

Το αποτέλεσμα είναι ένας καλός αξιόπιστος οδηγός γραμμένος σε προσωπικό, ατομικό στυλ που αντανακλά την ήρεμη ειλικρίνεια και το καλό χιούμορ του χαρακτήρα του κ. Κεσισιάν. Με τη συγγραφή του βιβλίου, ο κ. Κεσισιάν απότισε έναν ευγενικό φόρο τιμής την ίδια στιγμή που προσέφερε μια υπηρεσία αξίας στην δεύτερη του πατρίδα. Το μόνο που χρειάζεται να προστεθεί εδώ είναι η προειδοποίηση προς τον αναγνώστη ότι η ομορφιά, η θεμελιώδης ηρεμία και οι καλοί τρόποι της Κύπρου δεν μπορούν να μεταφερθούν γραπτώς, αλλά μπορούν να βιωθούν μόνο στο ίδιο το νησί.

Τ. Στιούαρτ Μπελ, Υπεύθυνος Γραφείου Πληροφοριών     25/05/1945Τα τελευταία του χρόνια της ζωής του Κεβόρκ η απογοήτευση όσον αφορά τον τουρισμό στην Κύπρο ήταν μεγάλη, γιατί επικράτησε ο μαζικός τουρισμός – ήταν σίγουρα μια κραυγή πόνου, αφού ο τουρισμός βρισκόταν πια πολύ μακριά από την εποχή των πιο ενημερωμένων ταξιδιωτών, που είχε γνωρίσει τη δεκαετία του είκοσι και του τριάντα.Το εξώφυλλο του περιοδικού “ZODIAC” (Οκτώβριος 1953) με φωτογραφία από τους σεισμούς και τη δημοσιογραφική κάλυψη που έκανε ο Κεβόρκ ως συνεργάτης και συντάκτης. Αυτό είναι ένα από τα αμέτρητα άρθρα, φωτογραφίες και συνεργασίες, που για τρεις ολόκληρες δεκαετίες παρουσίασε ο Κεβόρκ στο περιοδικό.Με το θάνατο του Κεβόρκ Κεσισιάν το 1996, σε ηλικία 87 ετών, η Κύπρος έχασε έναν άνθρωπο, που αγαπούσε πολύ τον τόπο και έκανε ό,τι μπορούσε, για να προβάλει την Κύπρο, τις ομορφιές, τις παραδόσεις και την πλούσια ιστορία της.

Ο χαμός του άφησε ένα δυσαναπλήρωτο κενό στις ζωές των συγγενών, φίλων και συνεργατών του, αλλά και μια κληρονομιά από το πλούσιο και ξεχωριστό έργο του. Η ανάμνηση ενός μοναδικού ανθρώπου, που αφιέρωσε τη ζωή του στα πράγματα που αγάπησε που ήταν η Κύπρος, η ιστορία της και ο πολιτισμός της δεν θα σβήσει ποτέ. Είναι αυτή την ιδιαίτερη αγάπη που προσπάθησε μέσα από τα βιβλία του να μεταλαμπαδεύσει σε άλλους ανθρώπους, ντόπιους και ξένους. Αν και η απουσία του είναι αισθητή, φυλάμε την πλούσια αυτή κληρονομιά σαν θησαυρό.Η ξεχωριστή αυτή προσωπικότητα ήταν ιδρυτικό και δραστήριο μέλος του Παγκύπριου Συνδέσμου Συγγραφέων & Δημοσιογράφων Τουρισμού, που αρχικά ονομοζότανε «Ένωση Κυπρίων Συγγραφέων & Δημοσιογράφων Τουρισμού». Κόσμησε τον Σύνδεσμο με την παρουσία και τη δημιουργική του συμμετοχή, από το ξεκίνημα του και τα μετέπειτα χρόνια. Η παρουσία του και μόνο έδινε αξία στον Σύνδεσμο.

Ως πρωτεργάτης στα τουριστικά δρώμενα του τόπου, άφησε ανεξίτηλη σφραγίδα με τους πρωτοπόρους τουριστικούς οδηγούς του, που αναμφισβήτητα άφησαν εποχή και μέχρι σήμερα έχουν ιδιαίτερη αξία ως συλλεκτικά έντυπα πλέον. Το πλούσιο ποικιλόμορφο δημοσιογραφικό και συγγραφικό του έργο και η έντονη  παρουσία του στα κοινά ήταν συνακόλουθα των ταλέντων και της προσωπικότητας του.

Ο Γιώργος Μιχαηλίδης από τα ιδρυτικά μέλη της Ένωσης Κυπρίων Συγγραφέων & Δημοσιογράφων Τουρισμού, γραμματέας τότε και αντιπρόεδρος τώρα του διοικητικού συμβουλίου του Συνδέσμου, θυμάται έντονα τον Κεβόρκ Κεσισιάν και αναπολεί: «Ως στέλεχος στον Κυπριακό Οργανισμό Τουρισμού (ΚΟΤ), γνώρισα και συναντούσα πολύ τακτικά τον Κεβόρκ Κεσισιάν, στον οποίο έδινα διάφορες πληροφορίες για τον Κυπριακό τουρισμό, αφού εξέδιδε κάθε χρόνο και σε διάφορες μάλιστα γλώσσες τον καταξιωμένο τουριστικό οδηγό της Κύπρου.

Η συνεργασία μας ήταν συστηματική, αρμονική και ευχάριστη γιατί ήταν μια πολύ ενδιαφέρουσα προσωπικότητα με σοφία. Ευγενής, πράος, με πηγαίο χιούμορ εντυπωσίαζε με τις πολλές γνώσεις του για την ιστορία της Κύπρου, αλλά και για το πάθος του για τον τουρισμό, ως επίσης και για τη μεγάλη αγάπη -που είχε όσο λίγοι- για την Κύπρο.

Ήταν εργατικός, δημιουργικός, δραστήριος, αλλά και πολύ μελετημένος. Φρόντιζε με επιμέλεια κάθε έκδοση στη λεπτομέρεια της. Η επιτυχία του ήταν δεδομένη, γιατί το κάθε τι γινότανε με πολύ αγάπη και μεράκι. Μπορεί άνετα να χαρακτηριστεί ως πρωτοπόρος σ’ αυτό που έκανε. Ο τουριστικός του οδηγός ήταν ο πιο ολοκληρωμένος στο είδος του. Υπήρχε πάντα όχι μόνο ένας χάρτης της Κύπρου, αλλά και ξεχωριστοί χάρτες των μεγάλων πόλεων. Εκείνο δε που έκανε εντύπωση είναι το ότι εμπλούτιζε την κάθε έκδοση με προβολή αρχαιολογικών χώρων, ως επίσης και με αφηγήσεις αυθεντικών ιστοριών, που αποτελούσε μια πρωτοτυπία της εποχής.

Φοίβος Νικολαΐδης

Related Posts